- εθνοσωτήρας
- οαυτός που σώζει το έθνος από κάποια συμφορά: Οι δικτάτορες πιστεύουν ότι είναι εθνοσωτήρες.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.